Κλάμα στα πολωνικά

Μετάφραση: κλάμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krzyk, płacz, wołanie, okrzyk, płakać
Κλάμα στα πολωνικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλάμα

κλάμα ή κλάμα, κλάμα μπούκουρα, κλάμα μερκελ, κλάμα γαλής, κλάμα βουλή, κλάμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κλάμα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κιτρινωπός στα πολωνικά - żółtawy, żółtawo, żółtawe, żółtawej, żółtawego
  • κλάδος στα πολωνικά - rozgałęziać, dział, oddział, ramię, branża, filia, gałąź, ...
  • κλάπα στα πολωνικά - zależeć, zawiasa, obracać, zawias, klapki na oczy, kierunkowskazy, migacze, ...
  • κλάση στα πολωνικά - klasowy, lekcja, autorament, kurs, zaszeregować, sfera, podciągać, ...
Τυχαίες λέξεις
Κλάμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: krzyk, płacz, wołanie, okrzyk, płakać