Οξύνοια στα ισλανδικά
Μετάφραση: οξύνοια, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
astuteness
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύνοια
οξύνεια καλαμπάκας, οξύνοια ετυμολογία, οξύνοια wiki, οξύνοια σημασια, οξύνοια συνώνυμα, οξύνοια λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οξύνοια στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- οξύ στα ισλανδικά - acid, sýru, sýra, add, acld
- οξύθυμος στα ισλανδικά - irascible
- οξύνω στα ισλανδικά - skerpa, að skerpa, skerpt, er skerpt, skerpa á
- οξύς στα ισλανδικά - bráð, bráða, bráðum, brátt, bráðri
Τυχαίες λέξεις
Οξύνοια στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: astuteness
Μεταφράσεις: astuteness