Οξύνοια στα λιθουανικά
Μετάφραση: οξύνοια, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Przebiegłość, Wnikliwość, Bystrość
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύνοια
οξύνεια καλαμπάκας, οξύνοια ετυμολογία, οξύνοια wiki, οξύνοια σημασια, οξύνοια συνώνυμα, οξύνοια λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οξύνοια στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- οξύ στα λιθουανικά - rūgštis, rūgšties, rūgščių, rūgštimi, rūgštį
- οξύθυμος στα λιθουανικά - ūmus, Sprogmuo, nirtus, greit supykstantis, niršus
- οξύνω στα λιθουανικά - pagaląsti, paryškinti, paaštrinti, ryškesnė, galąsti
- οξύς στα λιθουανικά - rūgštis, smailus, aštrus, stiprus, ūmus, ūminis, ūmaus
Τυχαίες λέξεις
Οξύνοια στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: Przebiegłość, Wnikliwość, Bystrość
Μεταφράσεις: Przebiegłość, Wnikliwość, Bystrość