Οξύνοια στα πορτογαλικά
Μετάφραση: οξύνοια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
astúcia, argúcia, astuteness, perspicácia, sagacidade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύνοια
οξύνεια καλαμπάκας, οξύνοια ετυμολογία, οξύνοια wiki, οξύνοια σημασια, οξύνοια συνώνυμα, οξύνοια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οξύνοια στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- οξύ στα πορτογαλικά - acerbo, ácidos, azedo, ácido, �ido, de ácido, o ácido, ...
- οξύθυμος στα πορτογαλικά - irascível, irascible, irritável, irascíveis
- οξύνω στα πορτογαλικά - afiar, aguçar, sharpen, aprimorar, afinar
- οξύς στα πορτογαλικά - acerbo, acre, cortante, ácido, agudo, penetrante, pontiagudo, ...
Τυχαίες λέξεις
Οξύνοια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: astúcia, argúcia, astuteness, perspicácia, sagacidade
Μεταφράσεις: astúcia, argúcia, astuteness, perspicácia, sagacidade