Πελεκώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: πελεκώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dráp, höggva, HEW, höggva til
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πελεκώ
πελεκώ συνώνυμα, πελεκώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πελεκώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πελαργός στα ισλανδικά - Stork, storkurinn, storkarnir, Starfsemi Stork
- πελατεία στα ισλανδικά - viðskiptavina
- πελούζα στα ισλανδικά - bali, Peluso
- πελώριος στα ισλανδικά - afarstór, thumping
Τυχαίες λέξεις
Πελεκώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dráp, höggva, HEW, höggva til
Μεταφράσεις: dráp, höggva, HEW, höggva til