Πελεκώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πελεκώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
hew
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πελεκώ
πελεκώ συνώνυμα, πελεκώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πελεκώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πελαργός στα σλαβομακεδονικά - штркот, Штркот, штрк, Шторк
- πελατεία στα σλαβομακεδονικά - муштерии, клиентела, клиентелата, повеќе муштерии, клиенти
- πελούζα στα σλαβομακεδονικά - Peluso
- πελώριος στα σλαβομακεδονικά - ораторство, снажниот, огромен, силно да ù бие
Τυχαίες λέξεις
Πελεκώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: hew
Μεταφράσεις: hew