Πελεκώ στα λιθουανικά

Μετάφραση: πελεκώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žudynės, tašyti, kapoti, Ciosać, ištašyti, atkirsti
Πελεκώ στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πελεκώ

πελεκώ συνώνυμα, πελεκώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πελεκώ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πελαργός στα λιθουανικά - gandras, gandro, gandrų, stork, gandrai
  • πελατεία στα λιθουανικά - klientūra, klientai, klientų, klientai sudaro, klientų dalis
  • πελούζα στα λιθουανικά - Peluso
  • πελώριος στα λιθουανικά - didžiulis, milžiniškas, Bębnienie, pašėlusiuose, Aiškų
Τυχαίες λέξεις
Πελεκώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: žudynės, tašyti, kapoti, Ciosać, ištašyti, atkirsti