Πελεκώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: πελεκώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
houwen, uithouwen, HEW, houw, van HEW
Πελεκώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πελεκώ

πελεκώ συνώνυμα, πελεκώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πελεκώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πελαργός στα ολλανδικά - ooievaar, Stork, van Stork, ooievaars, ooievaar van
  • πελατεία στα ολλανδικά - cliënteel, klandizie, klantenkring, klanten, clientèle
  • πελούζα στα ολλανδικά - perk, grasmat, gazon, grasperk, grasveld, Peluso
  • πελώριος στα ολλανδικά - monumentaal, reusachtig, royaal, gigantisch, groot, immens, geweldig, ...
Τυχαίες λέξεις
Πελεκώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: houwen, uithouwen, HEW, houw, van HEW