Πονώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: πονώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
særa, verkur, verkir, sársauki, sársauka, verkir í
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονώ
πονάω συνώνυμα, πονώ μα δάκρυ δε θα δεις, πονώ δεν με λυπάσαι, μαντιναδες πονώ, πονώ δε με λυπάσαι στίχοι, πονώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πονώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ποντίκι στα ισλανδικά - mús, músina, músin, músinni
- πονόψυχος στα ισλανδικά - útboð, tilboð, blíður, útboðs, tilboði
- πορεία στα ισλανδικά - Auðvitað, sjálfsögðu, námskeið, Námskeiðið, sjálfsögðu er
- πορθμός στα ισλανδικά - sundið, Strait, Sund, óefni
Τυχαίες λέξεις
Πονώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: særa, verkur, verkir, sársauki, sársauka, verkir í
Μεταφράσεις: særa, verkur, verkir, sársauki, sársauka, verkir í