Πονώ στα γερμανικά

Μετάφραση: πονώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schaden, leiden, weh, zuleide, verletzt, verletzung, verwundete, schmerz, verletzen, schmerzen, verwunden, Schmerz, Schmerzen
Πονώ στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πονώ

πονάω συνώνυμα, πονώ μα δάκρυ δε θα δεις, πονώ δεν με λυπάσαι, μαντιναδες πονώ, πονώ δε με λυπάσαι στίχοι, πονώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, πονώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ποντίκι στα γερμανικά - rollkugelgerät, maus, Maus, der Maus
  • πονόψυχος στα γερμανικά - weichherzig, weichherzigen, weichherziger, weichherzige, zartfühl
  • πορεία στα γερμανικά - köpfen, route, titel, marschroute, richtung, kopf, leitung, ...
  • πορθμός στα γερμανικά - meerenge, schmal, Straße, Meerenge, Enge, Taiwanstraße
Τυχαίες λέξεις
Πονώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schaden, leiden, weh, zuleide, verletzt, verletzung, verwundete, schmerz, verletzen, schmerzen, verwunden, Schmerz, Schmerzen