Πονώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: πονώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fájás, fájdalom, fájdalmat, a fájdalom, fájdalommal, a fájdalmat
Πονώ στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πονώ

πονάω συνώνυμα, πονώ μα δάκρυ δε θα δεις, πονώ δεν με λυπάσαι, μαντιναδες πονώ, πονώ δε με λυπάσαι στίχοι, πονώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πονώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ποντίκι στα ουγγρικά - egér, egeret, egérrel, az egér, az egeret
  • πονόψυχος στα ουγγρικά - lágyszívű, gyengéd
  • πορεία στα ουγγρικά - menetparancs, útirány, felzet, fejszöveg, fejelés, labdafejelés, címsor, ...
  • πορθμός στα ουγγρικά - keskeny, tengerszoros, szoroson, a Tajvannal való, szorosban, Strait
Τυχαίες λέξεις
Πονώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fájás, fájdalom, fájdalmat, a fájdalom, fájdalommal, a fájdalmat