Πονώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πονώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бола, болка, болки, болката, болка в, болки в
Πονώ στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πονώ

πονάω συνώνυμα, πονώ μα δάκρυ δε θα δεις, πονώ δεν με λυπάσαι, μαντιναδες πονώ, πονώ δε με λυπάσαι στίχοι, πονώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πονώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ποντίκι στα βουλγαρικά - мишка, мишката, на мишката, миши
  • πονόψυχος στα βουλγαρικά - търгово, тръжна, платежно, тръжната, нежна
  • πορεία στα βουλγαρικά - курс, разбира, разбира се
  • πορθμός στα βουλγαρικά - пролив, стеснената, усмирителна, тесен
Τυχαίες λέξεις
Πονώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бола, болка, болки, болката, болка в, болки в