Σταθμίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: σταθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vegið, vegin, vegnu, Veginn, vegins
Σταθμίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σταθμίζω

σταθμίζω συνωνυμο, σταθμίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σταθμίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σταθερός στα ισλανδικά - fastur, firma, hesthús, fyrirtæki, eindreginn, stöðugt, stöðug, ...
  • σταθερότητα στα ισλανδικά - stöðugleika, stöðugleiki, stöðugt, þol, stöðugleika við
  • σταθμός στα ισλανδικά - stöð, stöðin, Station, stöðvarinnar, stöðina
  • σταλάζω στα ισλανδικά - drjúpa, trickle
Τυχαίες λέξεις
Σταθμίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vegið, vegin, vegnu, Veginn, vegins