Σταθμίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: σταθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fundera, viktade, vägt, vägda, vägd, viktat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταθμίζω
σταθμίζω συνωνυμο, σταθμίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, σταθμίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- σταθερός στα σουηδικά - stadig, konsekvent, fast, firma, stark, säker, stall, ...
- σταθερότητα στα σουηδικά - stabilitet, stabiliteten, stabilitets
- σταθμός στα σουηδικά - station, post, stationen, banestation
- σταλάζω στα σουηδικά - drypa, droppa, trickle, underhålls, rännil, takt, sippra
Τυχαίες λέξεις
Σταθμίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fundera, viktade, vägt, vägda, vägd, viktat
Μεταφράσεις: fundera, viktade, vägt, vägda, vägd, viktat