Στρατολογώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: στρατολογώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nýliði, induct
Στρατολογώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρατολογώ

στρατολογώ συνώνυμα, στρατολογώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στρατολογώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • στρατιώτης στα ισλανδικά - framliði, hermaður, hermaður að, hermaðurinn, hermaður sem, hermanni
  • στρατολογία στα ισλανδικά - conscription
  • στρατολόγηση στα ισλανδικά - nýliðun, ráðningu, ráðningar, ráðningarþjónusta, Ráðning
  • στρατός στα ισλανδικά - her, herinn, hernum
Τυχαίες λέξεις
Στρατολογώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: nýliði, induct