Στρατολογώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: στρατολογώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
behív, beszívni, beiktatni, beiktat, besoroz
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρατολογώ
στρατολογώ συνώνυμα, στρατολογώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στρατολογώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- στρατιώτης στα ουγγρικά - közlegény, katona, katonát, katonának, katonája
- στρατολογία στα ουγγρικά - behívás, katonaállítás, hadiadó, sorozás, hadkötelezettség, sorozást, sorkatonai szolgálat, ...
- στρατολόγηση στα ουγγρικά - újoncozás, felépülés, toborzás, felvételi, toborzási, felvétel
- στρατός στα ουγγρικά - hadsereg, sereg, hadsereget, hadseregben, hadsereggel
Τυχαίες λέξεις
Στρατολογώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: behív, beszívni, beiktatni, beiktat, besoroz
Μεταφράσεις: behív, beszívni, beiktatni, beiktat, besoroz