Υπερασπίζομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: υπερασπίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verja, meistari, kappi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερασπίζομαι
υπερασπίζομαι την αναρχία - κατερίνα γώγου, υπερασπίζομαι συνωνυμα, ρημα υπερασπίζομαι, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου σημασια, υπερασπίζομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υπερασπίζομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υπερήφανα στα ισλανδικά - stoltur, stolti, með stolti, með stolti að, stolti að
- υπερακοντίζω στα ισλανδικά - Frávikið, yfirskot, í hina áttina, hina áttina, því í hina áttina
- υπερασπίζω στα ισλανδικά - verja, að verja, varið, verjast
- υπερασπιστής στα ισλανδικά - meistari, kappi
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: verja, meistari, kappi
Μεταφράσεις: verja, meistari, kappi