Υπερασπίζομαι στα γερμανικά
Μετάφραση: υπερασπίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verteidigen, Champion, Meister, Weltmeister
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερασπίζομαι
υπερασπίζομαι την αναρχία - κατερίνα γώγου, υπερασπίζομαι συνωνυμα, ρημα υπερασπίζομαι, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου σημασια, υπερασπίζομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, υπερασπίζομαι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- υπερήφανα στα γερμανικά - stolz, stolze, proudly, Sie stolz, mit Stolz, Läuft
- υπερακοντίζω στα γερμανικά - vorbeigehen, übersteigen, meiden, verfehlen, übertreffen, Überschwingen, Schwingen, ...
- υπερασπίζω στα γερμανικά - verteidigen, zu verteidigen, Verteidigung, schützen
- υπερασπιστής στα γερμανικά - paladine, anwalt, vertreter, meister, champion, sachwalter, empfehlen, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: verteidigen, Champion, Meister, Weltmeister
Μεταφράσεις: verteidigen, Champion, Meister, Weltmeister