Υπερασπίζομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: υπερασπίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захищати, захистити, захищатися, відстояти, чемпіон
Υπερασπίζομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερασπίζομαι

υπερασπίζομαι την αναρχία - κατερίνα γώγου, υπερασπίζομαι συνωνυμα, ρημα υπερασπίζομαι, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου σημασια, υπερασπίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπερασπίζομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • υπερήφανα στα ουκρανικά - пихатий, гордо, гордовито, що гордо
  • υπερακοντίζω στα ουκρανικά - переганяти, видаватися, виділятись, перевищувати, видаватись, перевершувати, переважте, ...
  • υπερασπίζω στα ουκρανικά - захищати, захистити, захищатися, відстояти, захищатиме, захищатимуть, боронити
  • υπερασπιστής στα ουκρανικά - чемпіон, пропагувати, захисник, захищати, прибічник, адвокат
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: захищати, захистити, захищатися, відстояти, чемпіон