Υπερασπίζομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: υπερασπίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
defesa, defender, proteger, defenda, resguardar, campeão, campeão do, campeã, campeão de, campeão dos
Υπερασπίζομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερασπίζομαι

υπερασπίζομαι την αναρχία - κατερίνα γώγου, υπερασπίζομαι συνωνυμα, ρημα υπερασπίζομαι, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου σημασια, υπερασπίζομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υπερασπίζομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • υπερήφανα στα πορτογαλικά - orgulhosamente, orgulhosa, com orgulho, orgulhosa o, orgulhosa a
  • υπερακοντίζω στα πορτογαλικά - suplantar, sobrenome, exceder, superar, extrapolar, passar, superação, ...
  • υπερασπίζω στα πορτογαλικά - defender, resguardar, defenda, defesa, proteger, defender a, defendê, ...
  • υπερασπιστής στα πορτογαλικά - campeão, advogado, campeão do, campeã, campeão de, campeão dos
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: defesa, defender, proteger, defenda, resguardar, campeão, campeão do, campeã, campeão de, campeão dos