Υπερασπίζομαι στα σλοβενικά
Μετάφραση: υπερασπίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bránit, braniti, prvak, prvakinja, champion, šampion, prvaka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερασπίζομαι
υπερασπίζομαι την αναρχία - κατερίνα γώγου, υπερασπίζομαι συνωνυμα, ρημα υπερασπίζομαι, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου σημασια, υπερασπίζομαι λεξικό γλώσσας σλοβενικά, υπερασπίζομαι στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- υπερήφανα στα σλοβενικά - ponosno, S ponosom, ponosom, Proudly, ponosom vam
- υπερακοντίζω στα σλοβενικά - prekoračitev, prekoračitve, prekoraćitev, prekoračitev v, prekoračitev je
- υπερασπίζω στα σλοβενικά - braniti, bránit, brani, branijo, zagovarjati, branila
- υπερασπιστής στα σλοβενικά - advokat, šampión, advokát, borec, odvetnik, prvak, prvakinja, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζομαι στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: bránit, braniti, prvak, prvakinja, champion, šampion, prvaka
Μεταφράσεις: bránit, braniti, prvak, prvakinja, champion, šampion, prvaka