Υποκινώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: υποκινώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
abet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκινώ
υποκινώ λεξικό, υποκινώ συνώνυμο, υποκινώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υποκινώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υποκειμενικότητα στα ισλανδικά - huglægni
- υποκινητής στα ισλανδικά - flutningsmaður, flutningsmaður að
- υποκοριστικός στα ισλανδικά - ypokoristikos
- υποκρισία στα ισλανδικά - hræsni, hræsnin
Τυχαίες λέξεις
Υποκινώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: abet
Μεταφράσεις: abet