Φυσώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: φυσώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blása, slag, högg, áfall, áfall fyrir, blásið
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυσώ
φυσώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φυσώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- φυσιοθεραπεία στα ισλανδικά - sjúkraþjálfun, sjúkraþjálfara, sjúkraþjálfunar, Sjúkraþjálfun, sjúkraþjálfunar
- φυσιολογικός στα ισλανδικά - lífeðlisfræðileg, lífeðlisfræðilegt, lífeðlisleg, lífeðlisfræðilegar, lífeðlisfræðilegum
- φυτίλι στα ισλανδικά - Wick
- φυτεία στα ισλανδικά - Plantation, plantekruhagfræði, plantekru, plantekra, plantekrustarfsemi
Τυχαίες λέξεις
Φυσώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: blása, slag, högg, áfall, áfall fyrir, blásið
Μεταφράσεις: blása, slag, högg, áfall, áfall fyrir, blásið