Φυσώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: φυσώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
şoc, sufla, lovitură, lovitura, urâte lovituri, suflare, lovitură de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυσώ
φυσώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, φυσώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- φυσιοθεραπεία στα ρουμανικά - fizioterapie, reeducare functionala, reeducare, de fizioterapie, fizioterapia
- φυσιολογικός στα ρουμανικά - normal, fiziologic, fiziologice, fiziologică, fiziologica
- φυτίλι στα ρουμανικά - fitil, Wick, fitilul, fitilului, fitil care
- φυτεία στα ρουμανικά - plantaţie, livadă, plantație, plantatie, plantații, plantație de, plantare
Τυχαίες λέξεις
Φυσώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: şoc, sufla, lovitură, lovitura, urâte lovituri, suflare, lovitură de
Μεταφράσεις: şoc, sufla, lovitură, lovitura, urâte lovituri, suflare, lovitură de