Φυσώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: φυσώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
flap, klap, slag, mep, houw, blazen, amper, amper nog
Φυσώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυσώ

φυσώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φυσώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φυσιοθεραπεία στα ολλανδικά - fysiotherapie, revalidatie, kinesitherapie, fysiotherapeutische, de fysiotherapie
  • φυσιολογικός στα ολλανδικά - normaal, fysiologische, fysiologisch, de fysiologische, een fysiologische
  • φυτίλι στα ολλανδικά - lont, kousje, wiek, pit, Wick, kous
  • φυτεία στα ολλανδικά - kwekerij, plantage, aanplanting, plantation, aanplanting van, plantages
Τυχαίες λέξεις
Φυσώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: flap, klap, slag, mep, houw, blazen, amper, amper nog