Φυσώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: φυσώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
smrkat, rána, pihati, blow, udarec, hladnem, vpihavanje, pihalnega
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυσώ
φυσώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, φυσώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- φυσιοθεραπεία στα σλοβενικά - fizioterapija, fizioterapijo, fizioterapevtska, fizioterapije, fizioterapija za
- φυσιολογικός στα σλοβενικά - normála, normální, fiziološka, fiziološki, fiziološke, fiziološko, fizioloških
- φυτίλι στα σλοβενικά - stenj, stenja, stenjem, wick, stenj po
- φυτεία στα σλοβενικά - plantáž, nasad, nasada, plantažni, plantaže, plantaža
Τυχαίες λέξεις
Φυσώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: smrkat, rána, pihati, blow, udarec, hladnem, vpihavanje, pihalnega
Μεταφράσεις: smrkat, rána, pihati, blow, udarec, hladnem, vpihavanje, pihalnega