Φυσώ στα λιθουανικά

Μετάφραση: φυσώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
smūgis, smūgį, blow, pūsti, pūtimas
Φυσώ στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυσώ

φυσώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φυσώ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • φυσιοθεραπεία στα λιθουανικά - fizioterapija, fizioterapinė, fizioterapijos, kineziterapija, physiotherapy
  • φυσιολογικός στα λιθουανικά - normalus, fiziologinis, fiziologinė, fiziologinio, fiziologinės, fiziologinių
  • φυτίλι στα λιθουανικά - tamponas, dagtis, Wick, miestelis
  • φυτεία στα λιθουανικά - plantacija, Plantation, plantacijų, plantacijos, želdinių
Τυχαίες λέξεις
Φυσώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: smūgis, smūgį, blow, pūsti, pūtimas