Ορμέμφυτος στα ισπανικά

Μετάφραση: ορμέμφυτος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
impulsivo, instintivo, instintiva, instinto, instintivos, instintivas
Ορμέμφυτος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορμέμφυτος

ορμέμφυτος λεξικό γλώσσας ισπανικά, ορμέμφυτος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ορκίζομαι στα ισπανικά - jurar, blasfemar, juro, jure, jura, juran
  • ορκισμένος στα ισπανικά - jurada, jurado, juramentada, juramento, juramentado
  • ορμή στα ισπανικά - influencia, impulsión, impacto, prisa, ímpetu, incentivo, instinto, ...
  • ορμητικός στα ισπανικά - impetuoso, impetuosa, impetuosos, impulsivo, impetuosas
Τυχαίες λέξεις
Ορμέμφυτος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: impulsivo, instintivo, instintiva, instinto, instintivos, instintivas