Οφείλω στα ισπανικά

Μετάφραση: οφείλω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
deber, debo, deba, adeudar, deberle
Οφείλω στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οφείλω

οφείλω ωφελώ, οφείλω ωφείλω, οφείλω παραγωγα, οφείλω σημασια, οφείλω αντιθετο, οφείλω λεξικό γλώσσας ισπανικά, οφείλω στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ουσιαστικός στα ισπανικά - sólido, macizo, fuerte, considerable, sustancial, importante, substancial, ...
  • ουσιώδης στα ισπανικά - primario, imprescindible, esencial, indispensable, vital, fundamental, esenciales
  • οφθαλμός στα ισπανικά - ojo, ojos, los ojos, del ojo, ocular
  • οχετός στα ισπανικά - conducto, badén, chorrera, alcantarilla, desagüe, apurar, desaguadero, ...
Τυχαίες λέξεις
Οφείλω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: deber, debo, deba, adeudar, deberle