Οφείλω στα ρουμανικά

Μετάφραση: οφείλω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
datora, datorez, datorezi, datorează, dator
Οφείλω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οφείλω

οφείλω ωφελώ, οφείλω ωφείλω, οφείλω παραγωγα, οφείλω σημασια, οφείλω αντιθετο, οφείλω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, οφείλω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • ουσιαστικός στα ρουμανικά - masiv, substanțial, substanțială, substanțiale, substantiala, semnificativă
  • ουσιώδης στα ρουμανικά - fundamental, necesitate, esențial, esențială, esențiale, esential, esentiala
  • οφθαλμός στα ρουμανικά - mijloc, ochi, ochilor, ochiul, de ochi, ochiului
  • οχετός στα ρουμανικά - drena, scurgere, scurge, se scurgă, se scurge
Τυχαίες λέξεις
Οφείλω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: datora, datorez, datorezi, datorează, dator