Ανά στα ιταλικά
Μετάφραση: ανά, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
per, a, al, ogni, per ogni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανά
ανά τας ρύμας και τας αγυιάς, ανά τον κόσμο, νανά καραγιάννη ξεχάστε αυτή την εικόνα-δείτε το νέο της πρόσωπο, ανά πάσα στιγμή ζαζόπουλος, ανά πάσα στιγμή stixoi, ανά λεξικό γλώσσας ιταλικά, ανά στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αμύνομαι στα ιταλικά - difendere, difendermi, di difendermi
- αν στα ιταλικά - se, caso, qualora, quando
- ανάβαση στα ιταλικά - ascensione, ascesa, salita, risalita, di risalita
- ανάβω στα ιταλικά - illuminare, luce, leggero, lieve, rischiarare, accendere, infiammare, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανά στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: per, a, al, ogni, per ogni
Μεταφράσεις: per, a, al, ogni, per ogni