Ανά στα φινλανδικά
Μετάφραση: ανά, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kohti, kohden, per, euroa, prosenttia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανά
ανά τας ρύμας και τας αγυιάς, ανά τον κόσμο, νανά καραγιάννη ξεχάστε αυτή την εικόνα-δείτε το νέο της πρόσωπο, ανά πάσα στιγμή ζαζόπουλος, ανά πάσα στιγμή stixoi, ανά λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ανά στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αμύνομαι στα φινλανδικά - puolustaa, puolustella, puolustaa itseäni, puolustaakseni itseäni, itseäni puolustaakseen
- αν στα φινλανδικά - vaikka, josko, tokko, jos, mikäli, kun
- ανάβαση στα φινλανδικά - nousu, ylösnousemus, ylämäki, nousun, nousua, nousunopeus, nousuun
- ανάβω στα φινλανδικά - valoisa, kevyt, mieto, siro, viritä, vieno, valoisuus, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανά στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kohti, kohden, per, euroa, prosenttia
Μεταφράσεις: kohti, kohden, per, euroa, prosenttia