Απεριόριστος στα ιταλικά

Μετάφραση: απεριόριστος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
illimitato, sconfinato, illimitata, illimitato ad, senza limiti, illimitate
Απεριόριστος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεριόριστος

απεριόριστος συνώνυμα, απεριόριστος λεξικό γλώσσας ιταλικά, απεριόριστος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • απεριποίητος στα ιταλικά - trasandato, spettinato, scarmigliato, incolto, sciatto
  • απεριόριστα στα ιταλικά - illimitato, illimitata, illimitato ad, senza limiti, illimitate
  • απεσταλμένος στα ιταλικά - corrispettivo, corrispondente, inviato, l'inviato, dell'inviato, ambasciatore, envoy
  • απευθύνω στα ιταλικά - orazione, recapito, indirizzo, discorso, indirizzare, arringa, indirizzo di, ...
Τυχαίες λέξεις
Απεριόριστος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: illimitato, sconfinato, illimitata, illimitato ad, senza limiti, illimitate