Απεριόριστος στα ουγγρικά

Μετάφραση: απεριόριστος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
korlátlan, Unlimited, korlátlan felülvizsgálati, korlátlanul, határtalan
Απεριόριστος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεριόριστος

απεριόριστος συνώνυμα, απεριόριστος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, απεριόριστος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • απεριποίητος στα ουγγρικά - ápolatlan, áporodott, nyiszlett, elhanyagolt, fésületlen, borzas, kócos
  • απεριόριστα στα ουγγρικά - korlátlan, Unlimited, korlátlan felülvizsgálati, korlátlanul, határtalan
  • απεσταλμένος στα ουγγρικά - követ, megbízottja, Envoy, küldött, követe
  • απευθύνω στα ουγγρικά - cím, címe, címet, címét, címre
Τυχαίες λέξεις
Απεριόριστος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: korlátlan, Unlimited, korlátlan felülvizsgálati, korlátlanul, határtalan