Απεριόριστος στα σουηδικά

Μετάφραση: απεριόριστος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
obegränsad, obegränsat, Unlimited, obegränsade, fulla
Απεριόριστος στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεριόριστος

απεριόριστος συνώνυμα, απεριόριστος λεξικό γλώσσας σουηδικά, απεριόριστος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • απεριποίητος στα σουηδικά - ovårdad, ovårdade, misskött, unkempt, ovårdat
  • απεριόριστα στα σουηδικά - obegränsad, obegränsat, Unlimited, obegränsade, fulla
  • απεσταλμένος στα σουηδικά - utsände, envoyé, sändebud, sändebudet
  • απευθύνω στα σουηδικά - utanskrift, skicklighet, föredrag, tal, rikta, adressera, adress, ...
Τυχαίες λέξεις
Απεριόριστος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: obegränsad, obegränsat, Unlimited, obegränsade, fulla