Ισχύς στα ιταλικά
Μετάφραση: ισχύς, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
validità, potere, potenza, energia, di potenza, il potere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχύς
ισχύς εξουσιοδότησης, ισχύς ηλεκτρικού ρεύματος, ισχύς δακτυλίου, ισχύς κλίση, ισχύς αντλίας, ισχύς λεξικό γλώσσας ιταλικά, ισχύς στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ισχυρογνώμων στα ιταλικά - pervicace, testardo, cocciuto, ostinato, caparbio, testarda, headstrong
- ισχυρός στα ιταλικά - energico, poderoso, valido, erto, rigido, possente, potente, ...
- ισχύων στα ιταλικά - valido, valevole, corrente, attuale, corrente di, di corrente, correnti
- ισόβιος στα ιταλικά - vita, vivezza, livelong
Τυχαίες λέξεις
Ισχύς στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: validità, potere, potenza, energia, di potenza, il potere
Μεταφράσεις: validità, potere, potenza, energia, di potenza, il potere