Ισχύς στα τούρκικα

Μετάφραση: ισχύς, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güç, gücü, gç, elektrik, enerji
Ισχύς στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχύς

ισχύς εξουσιοδότησης, ισχύς ηλεκτρικού ρεύματος, ισχύς δακτυλίου, ισχύς κλίση, ισχύς αντλίας, ισχύς λεξικό γλώσσας τούρκικα, ισχύς στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ισχυρογνώμων στα τούρκικα - inatçı, dikbaşlı, dik kafalı, headstrong, inatçı bir
  • ισχυρός στα τούρκικα - eğilmez, kuvvetli, ölü, ceset, bükülmez, güçlü, güçlü bir, ...
  • ισχύων στα τούρκικα - geçerli, akım, mevcut, güncel, cari
  • ισόβιος στα τούρκικα - ömür, canlılık, biyografi, omur, livelong, bitmez tükenmez
Τυχαίες λέξεις
Ισχύς στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: güç, gücü, gç, elektrik, enerji