Ισχύς στα νορβηγικά
Μετάφραση: ισχύς, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gyldighet, makt, strøm, kraft, makten, kraften
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχύς
ισχύς εξουσιοδότησης, ισχύς ηλεκτρικού ρεύματος, ισχύς δακτυλίου, ισχύς κλίση, ισχύς αντλίας, ισχύς λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ισχύς στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ισχυρογνώμων στα νορβηγικά - sta, egenrådig, sindige, egensindige, stri
- ισχυρός στα νορβηγικά - sterk, mektig, kraftig, stiv, vrien, kraftige, kraftfull, ...
- ισχύων στα νορβηγικά - gyldig, strøm, aktuell, nåværende, gjeldende, dagens
- ισόβιος στα νορβηγικά - liv, livelong
Τυχαίες λέξεις
Ισχύς στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: gyldighet, makt, strøm, kraft, makten, kraften
Μεταφράσεις: gyldighet, makt, strøm, kraft, makten, kraften