Ισχύς στα ουγγρικά
Μετάφραση: ισχύς, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
teljesítmény, hatalom, erő, energia, hatalmi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχύς
ισχύς εξουσιοδότησης, ισχύς ηλεκτρικού ρεύματος, ισχύς δακτυλίου, ισχύς κλίση, ισχύς αντλίας, ισχύς λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ισχύς στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ισχυρογνώμων στα ουγγρικά - akaratos, makacs, önfejű, nyakas, konok
- ισχυρός στα ουγγρικά - kötelezvény, nehéz, tekintélyes, erőteljes, erős, hatalmas, hatékony, ...
- ισχύων στα ουγγρικά - indokolt, jelenlegi, aktuális, folyó, áram, a jelenlegi
- ισόβιος στα ουγγρικά - naphosszat, élethosszig, hosszadalmas
Τυχαίες λέξεις
Ισχύς στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: teljesítmény, hatalom, erő, energia, hatalmi
Μεταφράσεις: teljesítmény, hatalom, erő, energia, hatalmi