Καπό στα ιταλικά

Μετάφραση: καπό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cofano, cappuccio, cappa, del cappuccio, il cappuccio
Καπό στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καπό

ολιβιέ καπό, το καπό, βάψιμο καπό, βαφή καπό, καπό αυτοκινήτου, καπό λεξικό γλώσσας ιταλικά, καπό στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • καπνός στα ιταλικά - fumare, fumo, tabacco, di fumo, fumi, fumo di, il fumo
  • καπρίτσιο στα ιταλικά - capriccio, Caprice, capricci, arbitrio, il capriccio
  • καράτε στα ιταλικά - karatè, Karate, il karate, di karatè, di Karate
  • καράτι στα ιταλικά - carato, carati, carat, in carati, carati di
Τυχαίες λέξεις
Καπό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: cofano, cappuccio, cappa, del cappuccio, il cappuccio