Καπό στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: καπό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хауба, качулка, хаубата, аспираторот, капакот на моторот
Καπό στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καπό

ολιβιέ καπό, το καπό, βάψιμο καπό, βαφή καπό, καπό αυτοκινήτου, καπό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καπό στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • καπνός στα σλαβομακεδονικά - чадот, тутун, чад, на чад, дим, чадот од
  • καπρίτσιο στα σλαβομακεδονικά - Каприз, ќеф, каприцот, каприциозност, каприц
  • καράτε στα σλαβομακεδονικά - карате, каратето, во карате
  • καράτι στα σλαβομακεδονικά - каратно, карат, карати, каратен, карата
Τυχαίες λέξεις
Καπό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: хауба, качулка, хаубата, аспираторот, капакот на моторот