Καπό στα λιθουανικά
Μετάφραση: καπό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gaubtuvas, gaubtas, dangtis, hood, gaubtu, gobtuvas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπό
ολιβιέ καπό, το καπό, βάψιμο καπό, βαφή καπό, καπό αυτοκινήτου, καπό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καπό στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- καπνός στα λιθουανικά - tabakas, dūmai, dūmų, rūkymo, nerūkyti, smoke
- καπρίτσιο στα λιθουανικά - užgaida, kaprizas, geidalas
- καράτε στα λιθουανικά - karatė, Karate
- καράτι στα λιθουανικά - karatas, karatų, karatais, ct, karato
Τυχαίες λέξεις
Καπό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gaubtuvas, gaubtas, dangtis, hood, gaubtu, gobtuvas
Μεταφράσεις: gaubtuvas, gaubtas, dangtis, hood, gaubtu, gobtuvas