Κοκαλιάρης στα ιταλικά

Μετάφραση: κοκαλιάρης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
secco, magro, magra, scarno, scarna, pelle e ossa
Κοκαλιάρης στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοκαλιάρης

παντογνώστης κοκαλιάρης, κοκαλιάρης λεξικό γλώσσας ιταλικά, κοκαλιάρης στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κοινώς στα ιταλικά - abitualmente, comunemente, comune, comuni, generalmente, normalmente
  • κοιτάζω στα ιταλικά - apparire, aspetto, parere, apparenza, cera, attendere, guardare, ...
  • κοκκινίζω στα ιταλικά - arrossire, rossore, blush, arrossisce, fard
  • κοκκώδης στα ιταλικά - granulare, granulari, granulare a, granuli, in granuli
Τυχαίες λέξεις
Κοκαλιάρης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: secco, magro, magra, scarno, scarna, pelle e ossa