Κοκαλιάρης στα ουγγρικά
Μετάφραση: κοκαλιάρης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sovány, vékony, vézna, csontos, skinny
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοκαλιάρης
παντογνώστης κοκαλιάρης, κοκαλιάρης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κοκαλιάρης στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κοινώς στα ουγγρικά - általában, általánosan, gyakran, közösen, szokásosan
- κοιτάζω στα ουγγρικά - néz, nézd, megnézi, néz ki, nézni
- κοκκινίζω στα ουγγρικά - kipirulás, flöss, öblítés, elvörösödés, pír, blush, elpirul, ...
- κοκκώδης στα ουγγρικά - sokmagú, szemcsés, granulált, granulátum, a szemcsés, szemcse
Τυχαίες λέξεις
Κοκαλιάρης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sovány, vékony, vézna, csontos, skinny
Μεταφράσεις: sovány, vékony, vézna, csontos, skinny