Κοκαλιάρης στα ουκρανικά
Μετάφραση: κοκαλιάρης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
худорлявий, худий, пісне, пісний, худющий, мізерний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοκαλιάρης
παντογνώστης κοκαλιάρης, κοκαλιάρης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κοκαλιάρης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κοινώς στα ουκρανικά - погано, просто, дешево, звичайно, загально, зазвичай, завжди, ...
- κοιτάζω στα ουκρανικά - дурень, дивитися, дивитись
- κοκκινίζω στα ουκρανικά - розквіт, переповняти, рум'янець, наповнювати, ремінець, рум'янці
- κοκκώδης στα ουκρανικά - гранульований, шорсткуватий, зернистий, гранульована, гранульовані, гранульоване
Τυχαίες λέξεις
Κοκαλιάρης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: худорлявий, худий, пісне, пісний, худющий, мізерний
Μεταφράσεις: худорлявий, худий, пісне, пісний, худющий, мізерний