Μποϋκοτάρω στα ιταλικά

Μετάφραση: μποϋκοτάρω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
boicottare, boicottaggio, il boicottaggio, di boicottaggio, al boicottaggio
Μποϋκοτάρω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μποϋκοτάρω

μποϋκοτάρω λεξικό γλώσσας ιταλικά, μποϋκοτάρω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μπουσουλάω στα ιταλικά - strisciare, crawl, scansione, ricerca per indicizzazione, indicizzazione
  • μπουφές στα ιταλικά - credenza, bar, buffet, a buffet
  • μπούκλα στα ιταλικά - ricciolo, rotolo, ruolo, rullo, riccio, arricciatura, dell'arricciatura, ...
  • μπράντι στα ιταλικά - brandy, acquavite, grappa, cognac, di brandy
Τυχαίες λέξεις
Μποϋκοτάρω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: boicottare, boicottaggio, il boicottaggio, di boicottaggio, al boicottaggio