Μποϋκοτάρω στα σουηδικά
Μετάφραση: μποϋκοτάρω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bojkott, bojkotten, bojkotta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μποϋκοτάρω
μποϋκοτάρω λεξικό γλώσσας σουηδικά, μποϋκοτάρω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μπουσουλάω στα σουηδικά - krypa, kravla, kräla, genomsöknings, genomsökning, crawl, genomsökningen
- μπουφές στα σουηδικά - skänk, buffé, buffet, buffén
- μπούκλα στα σουηδικά - curl, krullning, krull, ringla, krullningen
- μπράντι στα σουηδικά - konjak, brännvin, brandy, cognac
Τυχαίες λέξεις
Μποϋκοτάρω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bojkott, bojkotten, bojkotta
Μεταφράσεις: bojkott, bojkotten, bojkotta