Μποϋκοτάρω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μποϋκοτάρω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
байкот
Μποϋκοτάρω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μποϋκοτάρω

μποϋκοτάρω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μποϋκοτάρω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μπουσουλάω στα λευκορωσικά - поўзаць, ползать
  • μπουφές στα λευκορωσικά - буфет
  • μπούκλα στα λευκορωσικά - завітак, валасам
  • μπράντι στα λευκορωσικά - брэндзі
Τυχαίες λέξεις
Μποϋκοτάρω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: байкот