Μποϋκοτάρω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μποϋκοτάρω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бојкотот, бојкот, бојкот на, бојкотот на, бојкот од
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μποϋκοτάρω
μποϋκοτάρω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μποϋκοτάρω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μπουσουλάω στα σλαβομακεδονικά - ползи, лазат, индексирање, ползат, лази
- μπουφές στα σλαβομακεδονικά - бифе, шведска маса, вклучена, Ресторан, шведската маса
- μπούκλα στα σλαβομακεδονικά - навивам, спирала, завиткајте, навитка, се навитка
- μπράντι στα σλαβομακεδονικά - ракија, бренди, коњак, ракијата
Τυχαίες λέξεις
Μποϋκοτάρω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: бојкотот, бојкот, бојкот на, бојкотот на, бојкот од
Μεταφράσεις: бојкотот, бојкот, бојкот на, бојкотот на, бојкот од