Μποϋκοτάρω στα λιθουανικά

Μετάφραση: μποϋκοτάρω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
boikotas, boikoto, boikotuoti, boikotą
Μποϋκοτάρω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μποϋκοτάρω

μποϋκοτάρω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μποϋκοτάρω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • μπουσουλάω στα λιθουανικά - šliaužti, lįsti, slinkti, rėplioti, kraulis, lervoti, repečkoti
  • μπουφές στα λιθουανικά - bufetas, švediškas stalas, savitarnos, patiekiami savitarnos, švediško stalo
  • μπούκλα στα λιθουανικά - ritinys, vija, rulonas, garbanės, Curl, Išlenktas, susirangyti, ...
  • μπράντι στα λιθουανικά - brendis, Brandy, brendžio, degtinė, Brendį
Τυχαίες λέξεις
Μποϋκοτάρω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: boikotas, boikoto, boikotuoti, boikotą